Αναλυτικά: "Η υπόθεση της Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων, μετέπειτα ΕΛΦΕ (ιδιοκτησίας Λ. Λαυρεντιάδη), ήταν από τις εμβληματικές περιπτώσεις σε ότι αφορά τον τρόπο που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε την κατάφωρη εργοδοτική αυθαιρεσία και πως κατάφερε να επιλυθεί τον Δεκέμβριο του 2017 το πρόβλημα των εργασιακών σχέσεων με την ολική επαναπρόσληψη ΟΛΩΝ των απολυμένων εργαζομένων.
Η αναγγελία της λύσης αυτής έγινε από τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό της χώρας και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, από το βήμα του αναπτυξιακού περιφερειακού συνεδρίου της Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, που έγινε το Νοέμβριο του 2017 στην Κομοτηνή.
Να σημειωθεί ότι το καλοκαίρι του 2017 είχαν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις από το Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας οι οποίες δικαίωναν τους εργαζόμενους, διέτασσαν την επαναφορά τους στις θέσεις εργασίας τους και την καταβολή των μισθών υπερημερίας. Επίσης στις πολυσέλιδες αποφάσεις περιγραφόταν αναλυτικά η μεθόδευση του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη να καταστήσει την ELFE ένα κουφάρι και να μεταβιβάσει την δραστηριότητα του εργοστασίου σε παρένθετες εταιρείες, ιδίων συμφερόντων, με σκοπό να αποφύγει την αποπληρωμή των χρεών του και να μετατρέψει τους εργαζόμενους σε εργολαβικούς.
Η λύση ήταν ένα τρίπτυχο προτάσεων, ώστε να αντιμετωπιστεί ολοκληρωμένα το όλο πρόβλημα ως εξής:
1. Επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων εργαζομένων και πληρωμή όλων των ποσών από την απόλυση μέχρι την επαναπρόσληψη, στις ίδιες θέσεις εργασίας και με το ίδιο καθεστώς. Αυτό θα συνέβαινε με την παράλληλη απόσυρση όλων των ποινικών δικαστηρίων και από τις δύο πλευρές.
2. Έναρξη των διαδικασιών για την σύντομη ένταξη της εταιρείας σε καθεστώς εξυγίανσης
3. Εξεύρεση νέου επενδυτή
Για τις πολιτικές δίκες που εκκρεμούσαν συμφωνήθηκε ότι αυτές θα αναβάλλονταν, έως ότου περαιωθεί η διαδικασία της εξυγίανσης, και οριστικοποιηθεί ποια εταιρία θα λειτουργήσει το εργοστάσιο, με δέσμευση ότι οι εργαζόμενοι θα μεταβιβαστούν αυτοδίκαια σε αυτήν.
Πράγματι τον Δεκέμβριο του 2017 ΟΛΟΙ οι απολυμένοι εργαζόμενοι επαναπροσλήφθηκαν με την υπογραφή ιδιωτικού συμφωνητικού μεταξύ αυτών και όλων των εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στο εργοστάσιο, γιατί ενώ οι εργαζόμενοι φαίνονταν ως υπάλληλοι της ΕΛΦΕ, αυτή έχοντας εκχωρήσει ΟΛΕΣ τις δραστηριότητες στις υπόλοιπες εταιρείες, φαινόταν να μην ασκεί καμία παραγωγική δραστηριότητα και παραχωρούσε τους εργαζόμενους στις υπόλοιπες εταιρείες.
Να σημειωθεί ότι στις αρχές του 2017 το Υπουργείο Εργασίας διαβίβασε στις αρμόδιες τοπικές διευθύνσεις του ΕΦΚΑ, έγγραφο του ΚΕΑΟ με το οποίο όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στον χώρο του εργοστασίου των λιπασμάτων χαρακτηρίστηκαν συνυπεύθυνες απέναντι στον ΕΦΚΑ για τα χρέη προς τον οργανισμό. Από τότε άρχισε να αλλάζει το κλίμα στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και να «γυρίζει» υπέρ των εργαζομένων. Σημειώνεται ότι η συνυπευθυνότητα, παρά τις προσφυγές των εταιρειών ισχύει μέχρι σήμερα. Βέβαια έως σήμερα έχει δημιουργηθεί μία ακόμα εταιρεία στο εργοστάσιο, η οποία δημιουργεί εκατομμύρια ευρώ χρέη προς τον e-ΕΦΚΑ και δεν έχει εκδοθεί αντίστοιχη απόφαση συνυπευθυνότητας.
Μετά την υπογραφή των σχετικών συμφωνητικών οι εργαζόμενοι επέστρεψαν στην εργασία τους σε ένα κλίμα, είναι η αλήθεια, προβληματικό, με διαμαρτυρίες των ιδίων ότι δεν αξιοποιούνταν όπως έπρεπε, σε ένα καταφανές πλαίσιο διάκρισης με τους εργαζομένους που είχαν μείνει, ή ακόμα και όσους είχαν προσληφθεί στο ενδιάμεσο εκεί.
Στο εργοστάσιο η εργοδοτική αυθαιρεσία είχε επικρατήσει. Εκτός από τους 180 εργαζόμενους που επέστρεψαν μετά την έκδοση των δικαστικών αποφάσεων και την υπογραφή των συμφωνητικών συμφιλίωσης υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εργασίας, όλοι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι είχαν και έχουν συμβάσεις γαλέρας ορισμένου χρόνου, οι οποίες ανανεώνονται κάθε τρίμηνο, εξάμηνο ή έτος. Οι εργαζόμενοι μεταφέρονται από την μία παρένθετη εταιρία στην άλλη χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν, εργάζονται δωδεκάωρα σε συνθήκες άθλιες, χωρίς να διασφαλίζεται η υγιεινή και η ασφάλεια τους.
Με αυτά τα δεδομένα και περπατώντας σε ένα τεντωμένο σκοινί, φτάσαμε στην ήττα των εκλογών του '19 και στην κυβέρνηση της ΝΔ, χωρίς να προλάβει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να λύσει το θέμα της εξυγίανσης.
Τον Δεκέμβριο του 2019, η ιδιοκτησία επανέρχεται, κλείνει την τελευταία εταιρεία που είχε δημιουργήσει τον 11/16 (Λιπάσματα Νέας Καρβάλης) και ορίζει στην θέση της μια καινούργια, την Λιπάσματα Καβάλας, ιδίων και πάλι συμφερόντων, η οποία βέβαια δεν είχε υπογράψει το συμφωνητικό του 2017 εφόσον δεν υπήρχε τότε και προτείνει στους εργαζόμενους να υπογράψουν συμβάσεις δανεισμού τους σε αυτή την νέα εταιρεία για ένα έτος.
Οι εργαζόμενοι δέχονται να υπογράψουν με επιφύλαξη καθώς η ετήσια σύμβαση δανεισμού δεν διασφάλιζε τις θέσεις εργασίας τους ενώ η αποδοχή ότι η νέα παρένθετη εταιρία ήταν αλλότριων συμφερόντων θα δημιουργούσε νομικό ζήτημα στα εφετεία που εκκρεμούσαν υποθέσεις. Η εργοδοσία δεν δέχεται να υπογράψουν οι εργαζόμενοι με επιφύλαξη, ανακαλεί την πρόταση της και δεν αποδέχεται την παρεχόμενη από αυτούς εργασία. Το Υπουργείο Εργασίας αρνείται να αναλάβει μεσολαβητικό ρόλο, όπως θα γινόταν αν ήμασταν εμείς στην διακυβέρνηση της χώρας και ουσιαστικά συντάσσεται στο πλευρό της εργοδοσίας.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η εταιρεία να αρνείται έως και σήμερα την παρεχόμενη προσηκόντως και πραγματικώς εργασία των εργαζομένων. Μετά από δεκάδες εξώδικα, καταγγελίες στο ΣΕΠΕ Καβάλας αλλά και στο Υπουργείο Εργασίας δεν έχει δοθεί κάποια λύση. Η εργοδοσία κρατώντας μία εμμονική, θα μπορούσαμε να πούμε, στάση κατά των εργαζομένων πληρώνει τους μισθούς τους με καθυστέρηση πολλών μηνών (σήμερα τους οφείλει 7 μισθούς) αλλά δεν τους επιτρέπει να εργαστούν. Να τονιστεί ότι οι μισθοί των εργαζομένων καταβάλλονται είτε μέσω του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων από λογαριασμούς παρένθετης εταιρίας κάτι το οποίο είναι παντελώς παράνομο είτε με τραπεζικές επιταγές εις διαταγήν της ELFE.
Αυτή η πρωτοφανής, αυθαίρετη και παράνομη εργοδοτική συμπεριφορά ολοκληρώθηκε με την αποστολή εξώδικης δήλωσης για την έναρξη διαβουλεύσεων με σκοπό τις ομαδικές απολύσεις των εργαζομένων. Η εργοδοτική πλευρά υποστηρίζει για ακόμη μία φορά, ωσάν να μην έχουν εκδοθεί δεκάδες δικαστικές αποφάσεις ακόμη και του Αρείου Πάγου, ότι δεν έχει καμία δραστηριότητα και για τον λόγο αυτό καταργεί τις θέσεις εργασίας και απολύει τους εργαζόμενους.
Το Υπουργείο και πάλι απουσιάζει χωρίς να αντιδρά και αφήνει την διαδικασία να εξελιχθεί, λες και δεν συμβαίνει τίποτα, με αποτέλεσμα είτε λήξει από κοινού, είτε με διαφωνία, η διαβούλευση να τεθεί σε εφαρμογή το αργότερο στις αρχές Ιουλίου 2021.
Οι εργαζόμενοι θα βρεθούν στον δρόμο και θα αναγκαστούν να προσφύγουν και πάλι στα δικαστήρια. 130 οικογένειες της Καβάλας θα αποκτήσουν πρόβλημα επιβίωσης και η κυβέρνηση θα συνεχίσει να βαδίζει στο δρόμο της αμεριμνησίας και της ανεμελιάς, χωρίς να κάνει το ελάχιστο για να πιέσει την ιδιοκτησία να μην προχωρήσει σε αυτές τις απολύσεις.
ΑΙΤΗΜΑ ΜΑΣ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΛΥΘΕΙ ΚΑΝΕΙΣ
Επιπλέον, το εργοστάσιο συνεχίζει να έχει τα γνωστά προβλήματα περιβαλλοντικής υφής, η παραγωγική δραστηριότητα παραμένει σε υψηλούς ρυθμούς, τα προβλήματα υγείας και ασφάλειας, κυρίως σε αφορά την διαχείριση της αμμωνίας, διαμορφώνουν ιδιαίτερα υψηλούς κινδύνους, εφόσον ασκήσεις αντιμετώπισης ακραίων συνθηκών δεν έχουν πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με παρατηρήσεις, τόσο του ΕΜΠ όσο και του Υπουργείου Εργασίας. Παρόλα αυτά το ίδιο το Υπουργείο παρατηρεί απλώς και στρίβει το κεφάλι αδιάφορα.
Η Καβάλα κινδυνεύει να μετατραπεί σε πόλη ανεργίας, αν λάβουμε υπόψη μας τον προγραμματισμό για 150 πρόσθετες απολύσεις στην ΚΑΒΑΛΑ ΟΙΛ (Πρίνος).
Η Καβάλα κινδυνεύει αν δεν ληφθούν άμεσα πρόσθετα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας και ενίσχυσης της Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία.
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ το Υπουργείο Εργασίας να αφυπνιστεί και όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στην διακυβέρνηση της χώρας, να κάνει ότι είναι δυνατόν για να μην χαθεί καμία θέση δουλειάς από τα λιπάσματα Καβάλας, οι δυνατότητες υπάρχουν, ας αξιοποιηθούν.
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ από την κυβέρνηση της ΝΔ να συνεχίσει στο δρόμο που χάραξε ο ΣΥΡΙΖΑ και να προβεί σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για να προασπίσει τα συμφέροντα του Δημοσίου, των εργαζομένων, την υγεία των πολιτών της Καβάλας κι όχι τα συμφέροντα της εργοδοσίας".