Όπως τονίζουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ σε ανακοίνωση τους, με ψευδείς δικαιολογίες αλλά και χωρίς σχέδιο η κυβέρνηση έχει στοχεύσει στην συγχώνευση των ΔΕΥΑ για να βάλει χέρι στις περιουσίες και τις υποδομές των ΟΤΑ με παράλληλη ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών νερού (ύδρευση, αποχέτευση, άρδευση), για να ικανοποιήσει τα συμφέροντα μιας μικρής ελίτ επιχειρηματιών, εις βάρος όμως των συμφερόντων όλων των πολιτών, των επαγγελματιών και επιχειρηματιών και των ΟΤΑ.
Σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση απέρριψε κατά την Συνταγματική Αναθεώρηση, την πρόταση που κατοχυρώνει το δημόσιο έλεγχο των βασικών κοινωνικών αγαθών όπως το νερό, ενώ κατήργησε την Ειδική Γραμματεία Υδάτων του ΥΠΕΝ με αρνητικές επιπτώσεις στην εφαρμογή πολιτικών διαχείρισης υδάτων. Παράλληλα επιβάρυνε την λειτουργία των ΔΕΥΑ, χωρίς προσλήψεις και με υψηλό κόστος λειτουργίας, δημιουργώντας ένα κλίμα επισφάλειας ώστε να οδηγήσει στην ιδιωτικοποίησή τους με ψευδή μηνύματα περί αδυναμίας και ανικανότητας λειτουργίας τους, αναφέρουν.
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
Προς τους κ.κ. Υπουργούς
1. Περιβάλλοντος και Ενέργειας
2. Εσωτερικών
Θέμα: Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει και την ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης του νερού και την απώλεια περιουσίας των ΟΤΑ;
Ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του ΥΠΕΝ, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για τα περιφερειακά σχέδια για τις υποδομές λυμάτων στους οικισμούς με πληθυσμό μεγαλύτερο των 2000 κατοίκων (Γ’ Προτεραιότητας)στις 24/9, στα Γιάννενα, δημοσιοποίησε την πρόθεση της κυβέρνησης να μειώσει τον αριθμό των σημερινών ΔΕΥΑ, και να εφαρμόσει το μοντέλο ΣΔΙΤ για τα έργα των ΔΕΥΑ, και άρα στη διαχείριση πόσιμου νερού και λυμάτων. Όμως, στην παρέμβασή του απέκρυψε το γεγονός ότι τα προβλήματα των Δ.Ε.Υ.Α. εστιάζονται στην υποστελέχωσή τους, στη γραφειοκρατία, στο υψηλό ενεργειακό τους κόστος καθώς και στην έλλειψη πόρων και προγραμματισμού από την πολιτεία, που αποτελούν και τις διαχρονικές θέσεις της ΕΔΕΥΑ. Ως δικαιολογία για αυτή την αδιανόητης προχειρότητας εξαγγελία, ο Γενικός Γραμματέας χρησιμοποίησε την καθυστέρηση της χώρας αναφορικά με την υλοποίηση των υποχρεώσεων της Οδηγίας για τα Αστικά Λύματα και την έλλειψη πόρων. Απέκρυψε δε συνειδητά ότι σε συνεργασία με την Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής και Αστικής Πολιτικής της Ευρ. Επιτροπής η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στη σύνταξη Εθνικού Σχεδίου όπου εντάχθηκαν όλες οι απαιτούμενες υποδομές και δρομολογήθηκε η κατασκευή τους ως δημόσια έργα χωρίς τον κίνδυνο προστίμων της χώρας. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Λυμάτων, η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ προχώρησε στην υπογραφή Προγραμματικής Σύμβασης όπου συμμετέχουν τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, η ΕΝΠΕ, η ΚΕΔΕ και η ΕΔΕΥΑ στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, με τη βοήθεια της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η Προγραμματική Σύμβαση αφενός κατοχύρωσε τη συνεργασία των συναρμόδιων Υπουργείων, αφετέρου συγκρότησε το Σύστημα Διακυβέρνησης του Εθνικού Επιχειρησιακού Σχεδίου, που έχει στο πολιτικό επίπεδο ένα ενιαίο διυπουργικό κέντρο συντονισμού, και στο επιχειρησιακό μια αποτελεσματική τεχνική υποστήριξη μέσω της Τεχνικής Γραμματείας Λυμάτων. Απώτερος σκοπός όλης αυτής της πρωτοβουλίας ήταν η ουσιαστική και ολοκληρωμένη επίλυση χρόνιων προβλημάτων στον τομέα της διαχείρισης λυμάτων. Όπως και απέκρυψε ότι την ευθύνη για το υψηλό ενεργειακό κόστος φέρει η κυβέρνηση της ΝΔ και μάλιστα το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειες με την άδικη και αδικαιολόγητη αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ που έκανε τον Σεπτέμβριο του 2019 αλλά και την άρνησή του να προβεί σε μείωση τιμών κατά το 2020, παρόλη την τεράστια πτώση της χονδρικής τιμής ενέργειας και των υπερκερδών που σωρεύουν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, εις βάρος των πολιτών και επαγγελματιών αλλά και των ΔΕΥΑ της χώρας. Σε αντίθεση με όλα τα παραπάνω και με ψευδείς δικαιολογίες αλλά και χωρίς σχέδιο η κυβέρνηση έχει στοχεύσει στην συγχώνευση των ΔΕΥΑ για να βάλει χέρι στις περιουσίες και τις υποδομές των ΟΤΑ με παράλληλη ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών νερού (ύδρευση, αποχέτευση, άρδευση) για να ικανοποιήσει τα συμφέροντα μιας μικρής ελίτ επιχειρηματιών, εις βάρος όμως των συμφερόντων όλων των πολιτών, των επαγγελματιών και επιχειρηματιών και των ΟΤΑ.
Η ΝΔ κατά την προσφιλή της τακτική, σε όλα τα μέτωπα, επιλέγει το μοντέλο της ιδιωτικοποίησης ακόμα και στο νερό, ένα κοινωνικό αγαθό που η πολιτεία οφείλει να εξασφαλίζει την πρόσβαση των πολιτών και να μην επιβαρύνει τις υπηρεσίες αυτές με αναίτια κόστη. Η ύδρευση και η αποχέτευση είναι κατοχυρωμένα δημόσια και κοινωνικά αγαθά, τα οποία αποτελούν αναφαίρετα και αυτονόητα δικαιώματα του ανθρώπου. Αυτό ανέδειξε και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος των πολιτών της Θεσσαλονίκης για την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ το 2014, στο οποίο συμμετείχαν 218.000 πολίτες οι οποίοι είπαν ΟΧΙ στην ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ σε ένα ποσοστό 97,7%. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζοντας τη μεγάλη σημασία της επίλυσης όλων των χρόνιων προβλημάτων στον τομέα της ύδρευσης και της διαχείρισης λυμάτων προχώρησε σε μία σειρά πρωτοβουλιών και δράσεων κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης 2015-2019, για να δώσει μία οριστική λύση στα θέματα αυτά τόσο σε θεσμικό όσο και επιχειρησιακό επίπεδο.
Συγκεκριμένα:
∙ Συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για το κείμενο της Οδηγίας για το Πόσιμο Νερό, επιμένοντας, τόσο στα Συμβούλια Υπουργών Περιβάλλοντος όσο και με επιστολή στους ομολόγους, να συμπεριληφθεί στη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία η ρητή υποχρέωση των χωρών να διασφαλίσουν την ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών σε καθαρό και οικονομικά προσιτό πόσιμο νερό, έως το 2030, ακριβώς όπως επιτάσσουν και οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης.
∙ Παρά το πάγιο αίτημα των θεσμών, και τις δεσμεύσεις των μνημονίων για ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο Νόμο του Κλεισθένη (Ν. 4555/2018), η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έδωσε τη δυνατότητα στους Δήμους της Θεσσαλονίκης είτε να δημιουργήσουν διαδημοτικό σχήμα είτε να συμμετέχουν απευθείας στο υπόλοιπο 24% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ, πλέον του 51% που παραμένει στο Δημόσιο, μέτρο το οποίο δεν έχουν αξιοποιήσει μέχρι σήμερα οι ΟΤΑ της Θεσσαλονίκης.
∙ Με την Απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων με αριθμό 135275/2017 όρισε το πλαίσιο για την κοστολόγηση και τιμολόγηση των υπηρεσιών ύδατος, με βάση το άρθρο 9 της Οδηγίας Πλαίσιο για το Νερό, 2000/60/ΕΚ. Με την απόφαση καθορίστηκαν ενιαίοι και διαφανείς κανόνες για όλους τους παρόχους υπηρεσιών ύδατος, αλλά και διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των υπηρεσιών ύδατος, με μείωση των απωλειών στα δίκτυα, την προώθηση της εξοικονόμησης νερού και της επαναχρησιμοποίησης, αλλά και η προστασία ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και νοικοκυριών χαμηλών εισοδημάτων, θέτοντας όρια σε σχέδια αύξησης των τιμολογίων.
∙ Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την υλοποίηση των έργων αποχέτευσης και τη διευκόλυνση της λειτουργίας των ΔΕΥΑ, μέσω της σύστασης της Τεχνικής Γραμματείας λυμάτων, υπεύθυνης για το σχεδιασμό, ωρίμανση και παρακολούθηση υλοποίησης όλων των απαιτούμενων έργων και υποδομών συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων σε οικισμούς Γ’ προτεραιότητας.
∙ Εκπονήθηκε ενιαίο «Εθνικό Επιχειρησιακό Σχέδιο Υποδομών Λυμάτων»για τους οικισμούς Γ’ προτεραιότητας, το οποίο περιείχε την εκπόνηση 13 Περιφερειακών Σχεδίων,για την μελέτη, κατασκευή και λειτουργία των υποδομών διαχείρισης αστικών λυμάτων, σύμφωνα με την Οδηγία 91/271/ΕΟΚ, έτσι ώστε η χώρα να ολοκληρώσειτην κατασκευή των υποδομών διαχείρισης λυμάτων των οικισμών, έως το 2023 (τέλος της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου), αξιοποιώντας τους πόρους των συγχρηματοδοτούμενων Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, αλλά και της εθνικής χρηματοδότησης, έτσι ώστε τα έργα αυτά να λειτουργούν αποτελεσματικά και να μην επιβαρυνθεί η χώρα με επιπλέον πρόστιμα της ΕΕ.
∙ Ολοκληρώθηκε η αναθεώρηση των 14 Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμού (ΣΔΛΑΠ) εντός του 2017, που οδήγησε στην άρση της αιρεσιμότητας για όλα τα έργα υδάτινων πόρων του ΕΣΠΑ και του ΠΑΑ. Ταυτόχρονα στο αρχείο τέθηκε η υπόθεση παράβασης της χώρας (παράβαση 2017/2023) για τη μη εφαρμογή της Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα (Οδηγία 2000/60/ΕΚ).
∙ Βελτιώθηκαν και επισπεύσθηκαν οι διαδικασίες έγκρισης των Σχεδίων Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμύρας (ΣΔΚΠ)με την ΚΥΑ 177772/924, τα οποία εγκρίθηκαν τον Ιούλιο του 2018, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση μεγάλων φυσικών καταστροφών, απέναντι στις οποίες η Ελλάδα ήταν ανοχύρωτη.
∙ Τέλος στο πλαίσιο της Συνταγματικής Αναθεώρησης, προτάθηκε στο άρθρο 21 η προσθήκη νέας διάταξης που να κατοχυρώνει το δημόσιο έλεγχο των βασικών κοινωνικών αγαθών, όπως το νερό, η ενέργεια και τα δίκτυα διανομής, που οφείλουν να υπόκεινται σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας. Η κυβέρνηση της ΝΔ απαξιώνοντας όλο τον αγώνα και την προσπάθεια που έγινε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε μνημονιακή ασφυξία οδηγεί τη διαχείριση νερού και λυμάτων σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση. Απέρριψε κατά την Συνταγματική Αναθεώρηση, την πρόταση που κατοχυρώνει το δημόσιο έλεγχο των βασικών κοινωνικών αγαθών όπως το νερό. Κατήργησε την Ειδική Γραμματεία Υδάτων του ΥΠΕΝ με αρνητικές επιπτώσεις στην εφαρμογή πολιτικών διαχείρισης υδάτων, αφού πλέον δεν υπάρχει επιτελική δομή, που να συντονίζει όλες τις δράσεις υδάτινων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της ύδρευσης, της αποχέτευσης, της άρδευσης, των ενιαίων κανόνωνκοστολόγησης, τιμολόγησης και ανάκτησης κόστους των παρόχων υπηρεσιών ύδατοςαλλά και των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης και συνακόλουθα των πλημμυρών και των κινδύνων από αυτές. Την επιβάρυνση της λειτουργίας των ΔΕΥΑ, χωρίς προσλήψεις και με υψηλό κόστος λειτουργίας και γενικά το κλίμα επισφάλειας που δημιουργεί η ίδια η κυβέρνηση προσπαθεί να το καπηλευτεί για να οδηγήσει στην ιδιωτικοποίησή τους με ψευδή μηνύματα περί αδυναμίας και ανικανότητας λειτουργίας κάποιων ΔΕΥΑ. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η ανάθεση υπηρεσιών συμβούλων εκ μέρους του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για την ιδιωτικοποίηση του εξωτερικού υδραγωγείου της ΕΥΔΑΠ και την απαξίωση της τεχνογνωσίας και του εξειδικευμένου προσωπικού της ΕΥΔΑΠ ΑΕ.
Έτσι με επιλογή της κυβέρνησης θα παραχωρηθεί η διαχείριση του εξωτερικού υδραγωγείου σε έναν ανάδοχο ιδιώτη από τον οποίο θα εξαρτάται η ΕΥΔΑΠ Α.Ε. και οι καταναλωτές του λεκανοπεδίου, αφού θα διαχειρίζεται πλέον τη μεταφορά νερού και θα είναι υπεύθυνος για την ποσότητα και ποιότητα του νερού, οπότε η διαχείριση νερού στο λεκανοπέδιο δε θα έχει τα χαρακτηριστικά του δημόσιου κοινωνικού συμφέροντος αλλά όλοι οι πολίτες του λεκανοπεδίου θα εξαρτώνται από ένα ιδιώτη που θα έχει ως μόνο κριτήριο το κέρδος. Σήμερα, η ψευτο-«πράσινη» κυβέρνηση της ΝΔ, αδυνατώντας να εφαρμόσει νομοθετημένες μεταρρυθμίσεις του ΣΥΡΙΖΑ, υιοθετεί μία Στρατηγική Ιδιωτικοποιήσεων σε όλους τους τομείς, των αποβλήτων, των υποδομών και των υπηρεσιών με σκοπό τα υπερκέρδη μιας μικρής ελίτ, εις βάρος του περιβάλλοντος, με μη αναστρέψιμα αποτελέσματα, που τελικά θα επιβαρύνει τους πολίτες με υπέρογκα κόστη και θα δεσμεύσει τη χώρα σε λανθασμένες, ξεπερασμένες και αντιπεριβαλλοντικές πρακτικές.
Επειδή η πρόσβαση στο νερό και την αποχέτευση αποτελούν αναφαίρετα και αυτονόητα δικαιώματα του ανθρώπου. Επειδή οι ΔΕΥΑ αποτελούν δημοτική περιουσία και η οποιαδήποτε κατάργηση ή συγχώνευση αυτών αποτελεί επί της ουσίας απώλεια περιουσίας και υποδομών των ΟΤΑ.
Επειδή η ιδιωτικοποίηση των υποδομών και των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, δημιουργεί ένα ελκυστικό περιβάλλον για μια μικρή ελίτ, εις βάρος του περιβάλλοντος, με μη αναστρέψιμα αποτελέσματα, που τελικά θα επιβαρύνει τους πολίτες με υπέρογκα κόστη και θα δεσμεύσει τη χώρα σε λανθασμένες, ξεπερασμένες και αντιπεριβαλλοντικές πρακτικές.
Ερωτώνται οι αρμόδιοι Υπουργοί:
1. Υπάρχει σχέδιο συγχωνεύσεων ΔΕΥΑ με ποιο χρονοδιάγραμμα και με ποια κριτήρια;
2. Πως θα αντισταθμίσουν και αποζημιώσουν την περιουσία των ΟΤΑ στους οποίους ανήκουν σήμερα οι ΔΕΥΑ;
3. Για ποιο λόγο δεν υλοποιούν το Εθνικό Σχέδιο που είχε συμφωνηθεί με την DGRegio και προχωρούν σε ανατροπή του με την εισαγωγή της διαδικασίας των ΣΔΙΤ, παρά το ότι είχαν εξασφαλιστεί οι πόροι για την ολοκλήρωσή του;
4. Σε ποιο βαθμό προχωράει η υλοποίηση των έργων που περιλαμβάνονται στο Εθνικό και στα Περιφερειακά Σχέδια Λυμάτων;
5. Για ποιο λόγο σχεδιάζουν την παραχώρηση δημόσιων και δημοτικών υποδομών σε ιδιώτες σε πολυετή συμβόλαια υποθηκεύοντας τη τοπική ανάπτυξη και επιβαρύνοντας τους προϋπολογισμούς των τοπικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών;