Τετάρτη, 29 Ιανουαρίου 2020 15:22

Ταΰγετος: Αναβίωση των παραδοσιακών οικισμών

Ταΰγετος: Αναβίωση των παραδοσιακών οικισμών

Τα αποσπασματικά μέτρα για την «ανάπλαση», για την «ανόρθωση», για την «αναβάθμιση» κλπ. της ορεινής υπαίθρου κάνουν κακό, περί αυτού ουδεμία αμφιβολία. Όμως και τα μέτρα που προτείνονται συνήθως ως «ολιστικό» αντίδοτο, που είναι αποτέλεσμα μεγάλων διαβουλεύσεων και διακρίνονται για ένα «περφεξιονισμό», κάνουν επίσης κακό γιατί συνήθως αργούν πολύ ή δεν έρχονται καθόλου: Το ωφέλιμο βρίσκεται στα επί μέρους μέτρα, που δεν αντιβαίνουν σε μια γενική χωροταξική σύλληψη. Επομένως ένα ωφέλιμο ξεκίνημα έγκειται στη λήψη κάθε είδους «επί μέρους μέτρων», χωροταξικά ελεγμένων, η δε «οργανωμένη» συνέχεια θα κρίνει το αποτέλεσμα.

Η ιστορία

Δια μέσου της ιστορίας οι παραδοσιακοί ορεινοί οικισμοί διαμορφώθηκαν με παραδοσιακά κριτήρια, ήταν στην Ελλάδα και ειδικά στην Πελοπόννησο οικισμοί που διακρίνονταν από μια αντίληψη «αμυντικής αρχιτεκτονικής»: Άλλοτε ήταν η Πειρατεία, άλλοτε η Τουρκοκρατία. Άλλοτε ήταν λόγοι καθαρά υγειονομικοί, όπως η επέκταση της ελονοσίας που μάστιζε τις πεδινές εκτάσεις, κι ακόμη η παροχή υπηρεσιών σε φυματικούς. Οι καταστάσεις αυτές έχουν εν πολλοίς ξεπερασθεί και η νέα χωροταξία των οικισμών της υπαίθρου χαρακτηρίζεται από νέες συνθήκες. Δεν θα ήταν άδικο να λέγαμε ότι έχουμε πλέον να κάνουμε με μια χωροταξία της αναψυχής, ή ότι το νέο μοντέλο των ορεινών οικισμών προσεγγίζει επικίνδυνα το ύφος της «ψυχαγωγικής ψευτοϋπαίθρου» (1), ακολουθώντας ένα χαρακτηρισμό της Καταστασιακής Διεθνούς.

Το 1982 ο Αντώνης Τρίτσης, τότε Υπουργός Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος, διαπιστώνει την ύπαρξη 11000 οικισμών, πολλοί από τους οποίους βρίσκονται στα όρια της εξαφάνισης. Το μέτρο το οποίο προωθεί ονοματίζεται από τον ίδιο «Ανοιχτές Πόλεις» : Σε κάθε περιφέρεια οι επί μέρους ολιγάνθρωποι οικισμοί συνδέονται με έναν κεντρικό, μέσω του οποίου παραλαμβάνουν όλες τις διευκολύνσεις και στον οποίο κυρίως αναπτύσσονται οι υποδομές. Όμως η πρόταση του Τρίτση γρήγορα «περνάει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας» , με δεδομένη και τη σχετικά βραχεία παραμονή του στο συγκεκριμένο υπουργείο. Έκτοτε η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική κινείται μάλλον εμπειρικά, αποφεύγοντας συστηματικές και μακρόπνοες λύσεις στην χωροταξία της υπαίθρου. Υπό την κυριαρχία μάλιστα της νεοφιλεύθερης αντίληψης, υπάρχει η τάση της άφεσης των χωριών και οικισμών «στην τύχη τους», σε ό,τι μπορούν οι ίδιοι να πετύχουν μέσα στα πλαίσια του υφιστάμενου καταμερισμού έργων. Βεβαίως το πρόβλημα που μπαίνει είναι με ποια κριτήρια θα μπορεί ένας οικισμός να κηρυχθεί βιώσιμος, ικανός να αντέξει την περιπέτεια του μέλλοντος : Γιατί είναι σίγουρο ότι το σημερινό χωριό, αφενός με την «λειψανδρία» του και αφετέρου με την παντελή υστέρηση του στον εθνικό και πολύ περισσότερο στον διεθνή καταμερισμό έργων, στερείται εκείνης της δυναμικής για ολοκληρωμένη ανάπτυξη.

Το 1918 ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου συγγράφει τα «Ψηλά βουνά»(2), αφήγηση σύμφωνα με την οποία μια ομάδα παιδιών πιέζει το καλοκαίρι τους γονείς για να περάσει τις διακοπές της στα βουνά. Το αίτημα των παιδιών γίνεται αποδεκτό και η αφήγηση διανθίζεται από πολλές περιπέτειες που είναι εξόχως διδακτικές, όμως το κύριο συμπέρασμά της έγκειται στην χρησιμοποίηση των ορεινών οικισμών για μια διαδικασία βιωματικής εκπαίδευσης . Περίπου 100 χρόνια από το διδακτικό αφήγημα του Παπαντωνίου έχουμε μια επί πλέον ιδέα μεταφοράς εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων στα όρη, με το «Πανεπιστήμιο των ορέων»: Το πανεπιστήμιο αυτό, γεννημένο από πανεπιστημιακούς παράγοντες της Κρήτης, ουσιαστικά βασίζεται σε ένα νέο αναπτυξιακό πρόταγμα, θεμελιωμένο πάνω στις εμπειρίες και στην αρνητική ταυτότητα των αλλοιώσεων του πολιτισμού στην Κρήτη.(3)

Υπάρχουν πολλοί πειραματισμοί στη κατεύθυνση του «Σχολείου των βουνών», όπως πρόσφατα με ένα τρέχον «Σχολείο του δάσους» στη Μυτιλήνη, το οποίο λειτουργεί μόνο τα σαββατοκύριακα και το οποίο, κατά την δήλωση των εμπνευστών του, λειτουργεί κατά τα πρότυπα των σχολείων που ξεκίνησαν στη Δανία τη δεκαετία του 50 για να διαδοθούν στη συνέχεια σε πολλές χώρες…(4)

Οι ιστορίες αυτές δηλώνουν αμέσως ένα πρώτο στοιχείο που μπορούν να αποκτήσουν οι ορεινοί οικισμοί : Ξεκινώντας από απλές διαλέξεις και εκδηλώσεις με ομιλίες ορειβατικών και άλλων συλλόγων, περνώντας σε μονοήμερα σεμινάρια που αποτελούν πιο οργανωμένη μορφή λόγου και σε πολυήμερα, μπορούν να αποκτήσουν μόνιμες εκπαιδευτικές δομές το καλοκαίρι. Ταυτόχρονα βέβαια μπορεί να αποκτήσουν δομές για τη φιλοξενία των εκπαιδευομένων, ή τουλάχιστον να «προπονηθούν» σ’αυτό το έργο. Αλλά το σίγουρο είναι ότι αυτό δεν φτάνει.

Τα φυσικά προσόντα της περιοχής 

Η χλωρίδα του Ταϋγέτου είναι άκρως ενδιαφέρουσα, προσφέρεται δε για αναγνώριση επί του πεδίου σε φοιτητές και σπουδαστές. Το ενδιαφέρον αυτής της χλωρίδας έγκειται στον πλούτο της και στον μεγάλο αριθμό των ενδημικών ειδών που περιλαμβάνει. Σύμφωνα με εκτίμηση του 2001 υπάρχουν 150 ελληνικά ενδημικά είδη και υποείδη, που κάνουν την περιοχή άκρως ενδιαφέρουσα σε συστηματικούς ή ευκαιριακούς φυτογνώστες (5).

Πολλοί ξεκινάνε το προβληματισμό τους από τη χάραξη των μονοπατιών, που αναμένεται να δώσουν ζωή στα χωριά και περιεχόμενο στην παρουσία διαφόρων εκδρομέων. Όμως το ευρωπαϊκό μονοπάτι – που ξεκινάει από τα Πυρηναία και φτάνει στο φυλάκιο της Νίκης, στη Φλώρινα Ε4 –για να συνεχιστεί νοτιότερα, ελάχιστα φροντίζεται από τους ανθρώπους του τόπου και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σύμφωνα με μια μαρτυρία του Στέφανου Σταμέλλου, υπάρχουν μονοπάτια Ε4 που επί 28 χρόνια έχουν να υποστούν συντήρηση(6). Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν Ολλανδοί οικο-τουρίστες που κοινοποιούν στο περιβάλλον τους ότι δεν θα ξανάρθουν στη χώρα, αν δεν φτιαχτεί το δίκτυο των μονοπατιών. Παρ΄ όλα αυτά δεν θα πρέπει να μην αναφέρουμε την αξιοπαραγωγική δύναμη των μονοπατιών, μέσα από τη χρήση τους από ορειβατικούς συλλόγους.

Οι ορειβατικοί σύλλογοι μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για το ξεκίνημα της ανάπτυξης των ορεινών περιοχών. Αλλά επίσης τα κατασκηνωτικά προγράμματα μπορούν να δώσουν ζωή στους ορεινούς οικισμούς, αρκεί να υπάρχει επικοινωνία ανάμεσα στους κατασκηνωτές και στους κατοίκους.

Έχοντας παρακολουθήσει διάφορα συνέδρια με διαφορετικό περιεχόμενο, δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω ένα από αυτά στην Ανατολική Αττική ,το 2000. Εκεί, προτάθηκε η δημιουργία δομών «υγιεινιστικού τουρισμού», λαμβανομένου υπόψη του εύκρατου κλίματος της ανατολικής αττικής. Στη περίπτωση του Ταϋγετου θα μπορούσε να γίνει κάτι ανάλογο : Οι δομές αυτές δεν θα είναι θεραπευτικές με την κλασική έννοια αλλά και δεν θα προσομοιώνουν οίκους ευγηρίας . Απλά θα παρέχουν υπηρεσίες ευζωϊας και ευεξίας στους φιλοξενούμενους, θα τους επιτρέπουν να απεξαρτηθούν από βλαβερές συνήθειες και να ζουν υπό τη σκέπη γιατρών και άλλων ανθρώπων οικείων με θέματα υγιεινής διατροφής , άσκησης κλπ με ένα τρόπο ζωής πιο υγιή.

Η πραγματοποίηση καλλιτεχνικών δρώμενων στο Βουνό έχει μια μεγάλη δυναμική. Δεν εννοούμε εδώ μόνο συναυλίες, που κατά κανόνα έρχονται και παρέρχονται, που συγκεντρώνουν ένα πλήθος από τις κοντινές πόλεις και μετά διαλύονται: Εννοούμε δρώμενα λογοτεχνίας, ποίησης, φωτογραφίας, ζωγραφικής, χορού, αφήγησης, ταινιών βίντεο, ακόμη και εβδομάδων κινηματογράφου, που μπορούν σχετικά εύκολα να διοργανωθούν και να πραγματοποιηθούν – αρκεί να υπάρξει η ανάλογη βούληση και ο αριθμός των ενδιαφερομένων.

Στους ορεινούς όγκους είναι εύκολο να πραγματοποιηθούν αθλητικά γεγονότα, απευθυνόμενα σε όλες τις ηλικίες και φυσικά κάθε είδους. Το ζήτημα είναι η έναρξη αυτών των γεγονότων, η οποία χρειάζεται μια εναρκτήρια «κρίσιμη μάζα».

Παρακάτω αναφέρονται ορισμένες άλλες δραστηριότητες, που μπορούν να αποτελέσουν σημεία ανάκαμψης του ορεινού χωριού:

1.Το Sky watching : Η παρατήρηση του ουρανού διευκολύνεται από την έλλειψη φωτισμών στις ορεινές περιοχές. Αυτό αποτελεί μια «δυνάμει ατραξιόν», που μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε ερασιτεχνική τοπική παρακολούθηση του ουρανού με τηλεσκόπια.

2.Στοιχεία πολιτισμικά : Αναγνώριση εκκλησιών ή άλλων κτιρίων ως στοιχείων του δομημένου χώρου. Ταυτοποίηση υπό την έννοια της αναγνώρισης της προέλευσής τους και αναγνώριση των ιδιαίτερων στοιχείων που χαρακτηρίζουν το καθένα.

3.Η ιστορία του συγκεκριμένου χώρου μπορεί να δίνεται με ιστορικές αφηγήσεις, ει δυνατόν γραμμένες σε διάφορες επιφάνειες. Ο τουρισμός ή εκδρομισμός της εποχής μας είναι σε μεγάλο βαθμό γνωσιοθηρικός, τα γνωσιοθηρικά χάπενινγκ μπορούν να εισφέρουν στη σωστή δοσολογία πληροφοριών. Κι αυτή η δοσολογία δεν σημαίνει τη μετατροπή των εξορμήσεων σε σεμινάρια…

4.Εξυπακούεται ότι πρέπει να είναι εγγυημένα η τηλεόραση και το διαδίκτυο.

Παραγωγή

Ο πλουραλισμός του προϊόντος είναι οπωσδήποτε μια σημαντική διάσταση της πολιτικής ανάκαμψης – πράγμα που σημαίνει ότι η «μονοκαλλιέργεια» κάποιου είδους ή κάποιας δραστηριότητας πρέπει να αποφεύγεται. Ουσιαστικά το ορεινό χωριό πρέπει να σταθεί στο επίπεδο μιας «υγιούς ολιγοκαλλιέργειας».

Η νομαδική κτηνοτροφία είτε και άλλες δραστηριότητες εκτροφής ενσταυλισμένων ζώων, παρουσιάζουν συγκριτικό πλεονέκτημα ως προς την παραγωγή κρέατος είτε το πλεονέκτημά τους έγκειται σε μια ειδική ποιότητα παραγωγής, δύσκολα αναπαράξιμη από άλλες περιοχές.

Η πώληση ειδών ντόπιας κατασκευής (χυλοπίτες, μαρμελάδες, γλυκά κουταλιού κλπ ) δίχως τη διαμεσολάβηση εμπόρων, μπορεί επίσης να έχει συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με πεδινές περιοχές. Η πώληση ειδών επιτόπιας τέχνης, γκλίτσες, αγαλματίδια, ξυλόγλυπτα κλπ. μπορεί επίσης να δώσει έμπνευση και να αποφέρει πόρους στην περιοχή.

Γενικώς, να προτιμώνται τα είδη που έχουν υψηλή προστιθέμενη εγχώρια αξία, που βασίζονται κυρίως στην εγχώρια εργασία και στα εγχώρια υλικά.

Τα ξένα και τα δικά μας παραδείγματα:

Πολλές φορές ανατρέχουμε σε ξένα παραδείγματα για να τεκμηριώσουμε την προοπτική ανόδου μιας τοπικής ορεινής κοινωνίας. Στη πραγματικότητα διαθέτουμε παραδείγματα ελληνικά, υποδείγματα πρότυπων δράσεων που είχαν σαν αποτέλεσμα την ανοδική πορεία ενός οικισμού. Σαν τέτοιο θα αναφέρω το παράδειγμα της Άνω Χώρας στην Ορεινή Ναυπακτία και -πολύ περισσότερο - της Βλάστης του Νομού Κοζάνης. Στη δεύτερη περίπτωση, έτυχε να επισκεφθώ το χωριό Βλάστη στις αρχές του 2000 και να διαπιστώσω : 1ον, είχε περίπου 50 κατοίκους το καλοκαίρι και σχεδόν κανένα το χειμώνα 2ον, ότι είχε μόνο ένα ξενοδοχείο που εξυπηρετούσε για 10-20 ημέρες τους εραστές ενός «ανταμώματος» . 3ον, ότι δεν είχε μανάβη αυτές τις λίγες ημέρες, ότι το καφενείο του σέρβιρε πλην του καφέ αποκλειστικά κρέας τηγανητό με ψωμί. 4ον, ότι διέθετε ελάχιστες ταβέρνες και μπαρ, τα οποία λειτουργούσαν κυρίως το σαββατοκύριακο.

Η αφετηρία της αναπτυξιακής πορείας της Βλάστης ήταν η διοργάνωση ενός πολιτιστικού δρώμενου(Γιορτές της Γης), σε συνδυασμό με μια κατασκήνωση. Το γεγονός αυτό έφερε κόσμο, ο κόσμος επέβαλε τη δημιουργία και δεύτερου ξενοδοχείου και αρκετών καταστημάτων εστίασης ή αναψυχής, γρήγορα η περιοχή επέκτεινε χρονικά την «τουριστική σαιζόν» , αρκετά παλιά σπίτια ανακαινίσθηκαν κλπ. Το όλο αυτό αποτέλεσμα που δημιούργησε τη νέα Βλάστη, "πάτησε" ουσιαστικά πάνω στα παλιά κτίρια της περιοχής που διακρίνονταν για την αρχιτεκτονική τους. Κυρίως όμως πάτησε πάνω στο γεγονός ότι η ανάπτυξη ενός τομέα συνεπιφέρει την ανάπτυξη των άλλων.

Επίλογος 

Το μέλλον των ορεινών περιοχών είναι αόρατο, τα χωριά που μπορούν να σταθούν και να αποτελέσουν πρότυπα ανάπτυξης είναι περιορισμένα. Όμως οι δράσεις που περιγράφουμε ενδεικτικά μπορούν να δώσουν μια νέα προοπτική. Το οδικό δίκτυο μπορεί να συμβάλει σ' αυτήν και να φέρει τους κατοίκους της πόλης κοντά -ιδιαίτερα μάλιστα όσους διέπονται από τη νοσταλγία ή άλλη φυσιολατρική διάθεση. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δρόμοι γενικώς στους ορεινούς όγκους δεν πρέπει να αποφεύγονται γιατί προσβάλλουν την ορεινή φύση και αλλοιώνουν το τοπίο.

Πρέπει επίσης να αποφεύγονται οι ανεμογεννήτριες που καταστρέφουν την φύση με περιορισμένο ενεργειακό αποτέλεσμα, που απαξιώνουν και ευτελίζουν το τοπίο, που διώχνουν τους τουρίστες. Στη περίπτωση των ορεινών περιοχών , πρέπει να γνωρίζουμε την άρρηκτη «εικαστική» συσχέτιση τουριστών (εγχώριων και ξένων) με το τοπίο.

Σημειώσεις

1. Διαπίστωση της Καταστασιακής Διεθνούς το 1955

2. Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Τα ψηλά βουνά», εκδόσεις « Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα 1991

3. Γιάννη Σχίζα, «Ορεοποίηση της πανεπιστημιακης παιδείας»

4. Γιάννη Σχίζα, «Το σχολείο των βουνών», Αυγή

5. «Τα φυτά του Ταϋγέτου- φωτογραφικός οδηγός», εκδόσεις ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΕΛΟΠΟΝΗΣΟΥ – Περιοδικό Οικοτοπία, 2001

6. Στέφανου Σταμέλλου, «Στο δρόμο για την Πυθία», εκδόσεις Ζαχαρόπουλου, Αθήνα 2019

Τώρα το περιοδικό Εύφορη Γη έρχεται στο σπίτι, στο γραφείο σας ή στο κινητό σας!

Γίνετε συνδρομητής για την έντυπη έκδοση εδώ 

Ακολουθήστε μας:

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να μαθαίνετε τα νέα μας

Invalid Input

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

06/2022