Ο υπουργός σημείωσε ότι οι ιχθυοκαλλιέργειες δεν είναι «ο φτωχός συγγενής της αγροτικής πολιτικής», αλλά ένας ισότιμος και ισόβαθμος πυλώνας της αγροτικής οικονομίας, με ισχυρές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης. Αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι:
- το 70%-80% των προϊόντων του κλάδου εξάγονται,
- η συνεισφορά στο Εθνικό προϊόν ξεπερνά το 1 δις ευρώ,
- τα ελληνικά προϊόντα του κλάδου βρίσκονται σταθερά στις δύο πρώτες θέσεις σε αξία εξαγωγών,
- στον κλάδο δραστηριοποιούνται 750 επιχειρήσεις και
- προσφέρεται εργασία σε περίπου 10.000 άτομα.
Όπως σημείωσε ο Κώστας Τσιάρας, πέρα από την οικονομική του διάσταση, η προσφορά του κλάδου έχει και εθνική σημασία, καθώς οι επιχειρήσεις του δραστηριοποιούνται και σε απομακρυσμένες και παραμεθόριες περιοχές της χώρας, δημιουργώντας πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας στην περιφέρεια.
Το «αγκάθι» του χωροταξικού
Ο υπουργός σημείωσε ότι επιβάλλεται η ανάληψη δράσεων και πρωτοβουλιών που θα ενισχύσουν τις προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου με κυριότερη την διαφανή και οριστική χωροθέτηση, που αποτελεί ίσως το σημαντικότερο αγκάθι στην περαιτέρω ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας στη χώρα μας.
«Η συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που είναι και το επισπεύδον υπουργείο, το επόμενο χρονικό διάστημα πρέπει να ενταθεί, ώστε άμεσα να ολοκληρωθούν τα Προεδρικά Διατάγματα που απαιτούνται για την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου και για τις υπόλοιπες ΠΟΑΥ (Περιοχές Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών)», είπε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις νέες προκλήσεις που υπάρχουν και έχουν σχέση με τις νέες, δύσκολες, οικονομικές συνθήκες, την απουσία απλοποιημένου και σταθερού πλαισίου λειτουργίας του κλάδου, την κλιματική κρίση και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό με τρίτες χώρες.
Ανάπτυξη πρωτοβουλιών
Για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις τόνισε ότι απαιτούνται πρόσθετα κίνητρα και πρωτοβουλίες όπως:
• η δημιουργία ισχυρών εμπορικών σημάτων,
• η βελτίωση της υπάρχουσας τεχνογνωσίας μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και της καινοτομίας,
• η δυνατότητα ανάπτυξης φιλικότερων στο περιβάλλον μορφών και μεθόδων υδατοκαλλιέργειας και
• η περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσω ενωσιακών και εθνικών προγραμμάτων.
Η συμβολή της ΕΕ
Για την υλοποίηση αυτών των πολιτικών, υπάρχει η σημαντική υποστήριξη από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας 2014-2020, από το οποίο μέχρι 14 Ιουνίου 2024 είχαν γίνει πληρωμές ύψους 481.091.002 ευρώ, καλύπτοντας το 95,50% του προϋπολογισμού, αλλά και από το νέο πρόγραμμα «Αλιεία, Υδατοκαλλιέργεια και Θάλασσα 2021- 2027», προϋπολογισμού 519.637.180 ευρώ.
Όπως σημείωσε ο κ. Τσιάρας από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας 2014-2020, μέχρι 14 Ιουνίου 2024, είχαν γίνει πληρωμές ύψους 481.091.002 ευρώ, καλύπτοντας το 95,50% του προϋπολογισμού, αλλά και από το νέο πρόγραμμα «Αλιεία, Υδατοκαλλιέργεια και Θάλασσα 2021-2027», προϋπολογισμού 519.637.180 ευρώ.
Επίσης, στο πλαίσιο του ΠΑΛΥΘ 2021-2027, έχουν ήδη εκδοθεί 15 προσκλήσεις συνολικής δημόσιας δαπάνης 184.270.000, που αντιπροσωπεύουν το 35,46% της συνολικής δημόσιας δαπάνης. Επιπλέον δε, έχει ήδη ενεργοποιηθεί στο σύνολό της η Προτεραιότητα 3 «Ενθάρρυνση μιας βιώσιμης γαλάζιας οικονομίας σε παράκτιες και νησιωτικές περιοχές καθώς και σε περιοχές εσωτερικών υδάτων, και προώθηση της ανάπτυξης κοινοτήτων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας», με βάση την οποία έχουν αξιολογηθεί 14 προτάσεις Στρατηγικών Τοπικής Ανάπτυξης, συνολικής δημόσιας δαπάνης 74.050.000 ευρώ.
«Κλειδί» η οργάνωση Διεπαγγελματικής
Ο υπουργός προέτρεψε τους ιχθυοκαλλιεργητές να συγκροτήσουν Διεπαγγελματική καθώς οι συγκεκριμένες Οργανώσεις αποτελούν τους επίσημους συνομιλητές της ΕΕ και δεσμεύθηκε για «έναν ανοιχτό δίαυλο ειλικρινούς συνεργασίας, ώστε να χαρτογραφήσουμε αναλυτικά όλα τα προβλήματα, προκειμένου να χαράξουμε έναν βατό οδικό χάρτη μεταρρυθμίσεων που θα δώσουν στον κλάδο την ευκαιρία που δικαιούται». Κλείνοντας δε, επισήμανε ότι με δεδομένη την πολιτική βούληση του ΥΠΑΑΤ και της κυβέρνησης για ενίσχυση του κλάδου «εναπόκειται στη δική μας συνεργασία η περαιτέρω ενίσχυση αυτής της θετικής πορείας».