Μετά από τρεις ώρες πορείας έφτασαν στον «Μπάρμπα-Λια», το καταφύγιο του Συλλόγου στο δάσος της Βασιλικής. Άλλοι έστησαν τις σκηνές τους, άλλοι έστρωσαν τα κρεβάτια και όλοι πιάστηκαν σε δουλειές για να τακτοποιηθεί ο χώρος και να μαγειρευτεί νόστιμος τραχανάς.
Στις 2.30 τα μεσάνυχτα έγινε η αναχώρηση με τη συντροφιά από το ολόγιομο φεγγάρι. Μέσα από συνεχείς υψομετρικές εναλλαγές, το στενό μονοπάτι περνούσε από πυκνό δάσος με έλατα και πεύκα.
Στην τελευταία ανάβαση, το δάσος έδωσε τη σκυτάλη του σε ένα άγριο τοπίο γεμάτο ανοιχτόχρωμες πλάκες, σαν να τις είχανε ετοιμάσει χιλιάδες πελεκητές για να στρώσουν ένα απέραντο καλντερίμι και άφησαν τη δουλειά στη μέση.
Μετά από πέντε ώρες πορείας έφτασαν στην κορυφή σε υψόμετρο 2204 μέτρα. Καθώς ξημέρωνε, η θέα έκοβε την ανάσα. Οι ακτίνες του ηλίου και η κορυφή του προφήτη Ηλία σε πλήρη αρμονία με την κορυφή του Χαλασμένου δημιουργούσαν σκιά σε σχήμα τέλειας πυραμίδας στη θάλασσα του Μεσσηνιακού Κόλπου προς την Καρδαμύλη, πέρα από το φαράγγι του Ριντόμου. Τα βουνά της Λακωνίας και το πλούσιο δάσος συμπλήρωναν το τοπίο.
Μετά τις καθιερωμένες φωτογραφίες και την κατάβαση από το Χαλασμένο, η ομάδα χωρίστηκε στα δύο. Οι «Υπερορειβάτες» πέρασαν το διάσελο, πήγαν στις Πόρτες και ανέβηκαν στα 2407 μέτρα. Μάλλον ο Προφήτης Ηλίας τους καλούσε να χτυπήσουν την καμπάνα από το εκκλησάκι του, για να ακουστεί στα πέρατα της Πελοποννήσου. Οι υπόλοιποι πήραν το δρόμο της επιστροφής.